Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου παιδείας φαίνεται πως δε συγχωρεί τον εκπαιδευτικό κόσμο και δεν ξεχνά τα δύο ηχηρά χαστούκια που δέχτηκε απ΄αυτόν τη φετινή χρονιά – τον Νοέμβρη με τις ψευτοεκλογές-παρωδία για τα υπηρεσιακά συμβούλια , και τον Μάρτη με την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Κι αν προσθέσουμε σ’ αυτά και το γεγονός ότι η κυρία Κεραμέως δεν κατάφερε να επιβάλει ούτε τις κάμερες ούτε τη μετατροπή των εκπαιδευτικών σε καταδότες των ίδιων τους των μαθητών στα κατειλημμένα σχολεία τον περασμένο Οκτώβρη , μιλάμε για τέσσερις εκκωφαντικές αρνήσεις και μάλιστα με τα σχολεία κλειστά! Έτσι, ενώ ανοίγουν σήμερα τα σχολεία όλων των βαθμίδων χωρίς κανένα απολύτως μέτρο από όσα πρότεινε το εκπαιδευτικό κίνημα από τον περσινό Αύγουστο για το ασφαλές τους άνοιγμα, το υπουργείο δείχνει ότι δίνει μεγαλύτερο βάρος στην εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης , αντιλαϊκής και αντιεκπαιδευτικής πολιτικής για την οποία έχει δεσμευτεί στα συμφέροντα που εκπροσωπεί.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής παραμένει αμετακίνητο στην εφαρμογή του νόμου 4692/2020 και της Υ.Α της 26/2/2021 σχετικά με τα πρότυπα και πειραματικά σχολεία και συνεχίζει τη διαδικασία μετατροπής σχολείων της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας σε πρότυπα και πειραματικά παρά το γεγονός ότι οι σύλλογοι διδασκόντων έχουν λάβει αρνητικές αποφάσεις
Οι διαδικασίες τρέχουν με ευθύνη κάποιων διευθυντών σχολείων και διευθυντών εκπαίδευσης που έχουν λάβει άνωθεν εντολές να εκμεταλλευτούν τη δυνατότητα που δίνει ο νόμος και να λειτουργήσουν ως δούρειοι ίπποι, ξεπερνώντας με αυτόν τον άθλιο τρόπο το «εμπόδιο» της διαφωνίας των συλλόγων διδασκόντων. Είναι δεδομένο ότι αργά ή γρήγορα όλοι αυτοί θα λογοδοτήσουν απέναντι στον κλάδο, καθώς προέρχονται ακόμη απ΄αυτόν μέχρι να αντικατασταθούν από «καθαρόαιμους» managers και να γνωρίζουμε καθαρά ποιοι είναι οι αντίπαλοί μας!Είναι προφανές ότι η σπουδή και η επιμονή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου παιδείας για τη διεύρυνση του αριθμού των προτύπων και πειραματικών σχολείων σχετίζεται άμεσα με την πρόθεση επιβολής της αξιολόγησης στην εκπαίδευση , η οποία στην παρούσα φάση αποτράπηκε με τη συμμετοχή του κλάδου στην απεργία αποχή που κήρυξαν οι ομοσπονδίες , με ποσοστά που υπερβαίνουν το 85%. Τα πρότυπα και πειραματικά είναι το μόνο μέσον για την εφαρμογή της αξιολόγησης, αφού σ’ αυτά τα σχολεία θα αξιολογούνται όλοι και όλα διαρκώς, και με βάση τα περιλαμβανόμενα στον νόμο αναλαμβάνουν «ηγετικό» ρόλο εντός της ομάδας όμορων σχολείων που ανήκουν, και καλούνται να συνδράμουν μέσω του παραδείγματος, των δράσεων τους και της επιμόρφωσης στην προώθηση εκπαιδευτικών αλλαγών με νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα. Με άλλα λόγια αναλαμβάνουν το ρόλο της επέκτασης όλων των αντιδραστικών αντιεκπαιδευτικών σχεδίων στο σύνολο των σχολείων. Επιπλέον, αν κάποιο σχολείο γίνει πειραματικό ή πρότυπο ακόμα και αν σε όλα τα άλλα σχολεία δεν καταφέρουν να εφαρμόσουν την αξιολόγηση, σε αυτό θα εφαρμόζεται όπως γίνεται και στα ήδη υπάρχοντα πρότυπα και πειραματικά.
Επίσης, η κατάργηση των οργανικών θέσεων των υπηρετούντων στα σχολεία αυτά συναδέλφων και η εργασιακή περιπλάνηση στην οποία οδηγούνται, αποτελούν ευθεία επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα του κλάδου, καθώς ανοίγει ο δρόμος για την κατάργηση της μονιμότητας. Εξάλλου , μπαίνει τέλος και στο αφήγημα της κυβέρνησης περί μη τιμωρητικής αξιολόγησης, που αποσκοπεί στη βελτίωση του συστήματος , εφόσον όσοι εκπαιδευτικοί δεν θα καλύπτουν τα μετρήσιμα standards, θα αποπέμπονται.
Πέρα από τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών , η εφαρμογή του νόμου θα πλήξει και τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών , καθώς η επιλογή τους για τα πρότυπα και πειραματικά θα γίνεται με εξετάσεις και κλήρωση αντίστοιχα κι αυτό σημαίνει ότι οι μαθητές που θα φοιτούσαν στα σχολεία αυτά με βάση τα χωροταξικά όρια, θα πρέπει να αναζητήσουν άλλα σχολεία σε μεγαλύτερη απόσταση από τον τόπο κατοικίας τους με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον οικογενειακό προϋπολογισμό , σε μια περίοδο που εξαιτίας της πανδημίας έχουμε ήδη διόγκωση της ανεργίας και των οικονομικών προβλημάτων. Χάνεται , λοιπόν, το σχολείο της γειτονιάς και αυτή που θα πληγεί περισσότερο είναι η λαϊκή οικογένεια , που καλείται και πάλι να υποστεί τις επιπτώσεις μιας βαθιά ταξικής πολιτικής που διαχέει στην εκπαίδευση τις ήδη υπάρχουσες στην κοινωνία ανισότητες.
Τέλος, για πρώτη φορά προβλέπεται από το νομοθετικό πλαίσιο το κυνήγι των «χορηγών» για τη χρηματοδότηση των σχολείων. Θεσμοθετείται το συμβούλιο στήριξης του σχολείου με τη συμμετοχή του δήμου, του συλλόγου γονέων, του συλλόγου αποφοίτων αλλά και εξωσχολικών «προσωπικοτήτων» της τοπικής κοινωνίας. Αυτό αποφασίζει για θέματα που σχετίζονται με την προσφορά του σχολείου στην τοπική κοινωνία, μεριμνά για θέματα που σχετίζονται με την υλικοτεχνική υποδομή και τους οικονομικούς πόρους του σχολείου, καθώς και με την αξιοποίηση και διάθεση των οικονομικών πόρων της σχολικής μονάδας, πέραν όσων διαχειρίζεται η αρμόδια Σχολική Επιτροπή. Το κράτος αποχωρεί από τη χρηματοδότηση των δημόσιων σχολείων και τα εγκαταλείπει στην τύχη τους εξαρτώμενα από τη γενναιοδωρία και τη μεγαλοψυχία των χορηγών.
Η ΑΡΕΝ και η ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ δηλώνουν ότι θα σταθούν απέναντι σε κάθε προσπάθεια της κυβέρνησης και του υπουργείου να τσακίσουν τον δημόσιο καθολικό και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης με τη δημιουργία σχολείων για λίγους κι εκλεκτούς, που θα λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και με τις προδιαγραφές των ακριβών ιδιωτικών. Μαζί με όλες τις δυνάμεις της εκπαιδευτικής ριζοσπαστικής αριστεράς , που παλεύουν για το σχολείο «των ίσων και των όλων» , δεν θα επιτρέψουν να εφαρμοστεί στην πράξη ένας νόμος που απογειώνει τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση και πλήττει άμεσα τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών της εργατικής τάξης. Προετοιμάζει μια γενιά παιδιών που θα αποτελέσουν το νέο ευέλικτο εργατικό δυναμικό, καύσιμη ύλη στην διατήρηση και αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Είναι βέβαιο πως με τα μέτρα που προωθούνται, θα κλείσουν σχολεία, θα εκδιωχθούν μαθητές από την εκπαίδευση θα επιβληθούν εργασιακές σχέσεις γαλέρας και θα απολυθούν εκπαιδευτικοί. Τα μέτρα αυτά, σε όσες χώρες εφαρμόστηκαν, είχαν οδυνηρά αποτελέσματα για τα εκπαιδευτικά τους συστήματα. Τα σχέδια της κυβέρνησης πρέπει να συναντήσουν την καθολική αντίθεση μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών.
Καλούμε σε συστράτευση γονείς, μαθητές , ΕΛΜΕ, ΣΕΠΕ και ομοσπονδίες. Πρέπει να πάρουν όλοι θέση μάχης και να συσπειρωθούν σε αγωνιστικό σχεδιασμό για την ανατροπή της πολιτικής που απειλεί το καθολικό δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία!