Το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ παρουσίασε τις θέσεις της Ομοσπονδίας, όπως αυτές καταγράφονται και στο σχετικό υπόμνημα που ακολουθεί.
Ζητήσαμε να μην προχωρήσουν νομοθετικές ρυθμίσεις για τα εκπαιδευτικά ζητήματα (Γενικό – Τεχνολογικό Λύκειο) που θα υπονομεύσουν το μέλλον της δημόσιας εκπαίδευσης για πολλά χρόνια. Τονίσαμε πώς οι αλλαγές αυτές δεν έχουν τη συναίνεση της εκπαιδευτικής κοινότητας και είναι σε αντιεκπαιδευτική κατεύθυνση. Παρουσιάσαμε αναλυτικά τις θέσεις της Ομοσπονδίας για την εκπαιδευτική πολιτική.
Ο Υπ. Παιδείας άκουσε τις προτάσεις της Ομοσπονδίας, αλλά δεν δεσμεύτηκε ότι θα ικανοποιηθούν τα αιτήματα της Ομοσπονδίας στα κεντρικά θέματα (αύξηση δαπανών, «πάγωμα» αξιολόγησης, κατάργηση του Ν. 4024/11 κ.λπ.).
Ο Υπ. Παιδείας και η Κυβέρνηση φαίνεται ότι επιμένουν σε μία fast track διαδικασία για την εισαγωγή στη Βουλή και ψήφιση του νομοσχεδίου για τις εκπαιδευτικές αλλαγές στο Λύκειο και το σύστημα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια.
Οι εκπαιδευτικοί δηλώνουμε αντίθετοι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, στο οποίο ο κλάδος μας θα αντιδράσει άμεσα.
Υπόμνημα του ΔΣ της ΟΛΜΕ
(δόθηκε στον Υπουργό Παιδείας κατά τη συνάντηση με το ΔΣ της ΟΛΜΕ)
Η λύση των προβλημάτων της δημόσιας εκπαίδευσης
απαιτεί την ανατροπή αυτής της πολιτικής
Κύριε Υπουργέ,
Οι τραγικές επιπτώσεις της πολιτικής της κυβέρνησης και της τρόικας στον τομέα της παιδείας είναι πλέον φανερές. Δυστυχώς, και η παρούσα κυβέρνηση επιμένει στην ίδια πολιτική και στη νομοθετική προώθηση αρνητικών αλλαγών σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης χωρίς καμία ουσιαστική συζήτηση και διαπραγμάτευση με τους φορείς της εκπαιδευτικής κοινότητας. Αυτή η πολιτική έχει ήδη σοβαρές επιπτώσεις στο παρεχόμενο εκπαιδευτικό έργο.
Η ελλιπής χρηματοδότηση των σχολείων οδηγεί στην προμήθεια πετρελαίου και φυσικού αερίου με το σταγονόμετρο, ενώ παράλληλα οι γονείς υποχρεώνονται, παρά τη δυσμενή συγκυρία, να αναλάβουν σημαντικό μέρος των εξόδων.
Ετοιμάζονται νέες συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολικών μονάδων, ενώ η πολιτεία αρνείται να αντιμετωπίσει τις συνέπειες που έχουν δημιουργήσει οι προηγούμενες καταργήσεις (υποχρεωτική μετακίνηση μαθητών/μαθητριών χωρίς κάλυψη των εξόδων).
Οι εργασιακές σχέσεις μας επιχειρείται να επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο με την αύξηση του διδακτικού ωραρίου, με την αξιολόγηση-χειραγώγηση και τη σύνδεσή της με το μισθό, και με τις υποχρεωτικές μετακινήσεις εκτός των ορίων του νομού, σε όλη τη χώρα.
Επίσης, μέσω του συστήματος αξιολόγησης και της κατάργησης σχολικών μονάδων και υποστηρικτικών δομών είναι φανερό πως προωθούνται απολύσεις για χιλιάδες συναδέλφους μας.
Επιπλέον, η κυβέρνηση έχει εκδηλώσει την πρόθεσή της, παρά την καθολική αντίδραση των εκπαιδευτικών φορέων, να προωθήσει άμεσα με νόμους:
· την αυταρχική διοικητική αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης που έχει σχεδιάσει, με τη μετατροπή των διευθυντών των σχολικών μονάδων σε μάνατζερ, την παράλληλη περιθωριοποίηση του συλλόγου διδασκόντων, την κατάργηση ζωτικής σημασίας υποστηρικτικών εκπαιδευτικών δομών (ΚΕΔΔΥ κ.λπ.) και τη συγχώνευση των διευθύνσεων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,
· αντιεκπαιδευτικές αλλαγές για το «νέο σχολείο» (προγράμματα Γυμνασίου, νέο Λύκειο, Τεχνολογικό Λύκειο), που στηρίζονται στη λογική της παροχής αποσπασματικών γνώσεων και δεξιοτήτων, στην εδραίωση των “αξιών” του σχολείου της αγοράς και της κατάρτισης, σε συνάφεια με τις αντίστοιχες αντιεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις του “επιχειρηματικού” πανεπιστήμιου που θεσμοθετήθηκαν με το νέο νόμο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Όπως διαπιστώνουν με τις αποφάσεις τους οι φετινές Γ.Σ. προέδρων ΕΛΜΕ, «το γεγονός ότι υιοθετούνται αλλαγές χωρίς να αλλάζουν τα βιβλία, δίχως να αμφισβητείται ο εξεταστικοκεντρικός χαρακτήρας του σχολείου, δείχνει υποβάθμιση της παρεχόμενης γνώσης, ενώ ακλόνητη μένει η θέση της παραπαιδείας. Παράλληλα, προωθούνται ραγδαία το ξεθεμελίωμα και η ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών και καταργούνται σημαντικοί φορείς, όπως ο ΟΕΒΔ, ο ΟΣΚ κ.λπ. Η πολιτική αυτή οδηγεί στην απαξίωση της δημόσιας, δωρεάν παρεχόμενης εκπαίδευσης και, ουσιαστικά, στο άνοιγμά της σε στρατηγικές επενδύσεις κερδοσκοπικών εταιριών. Με τη νέα πρόταση του ΥΠΔΜΘ για το Τεχνολογικό Λύκειο, η ΤΕΕ ουσιαστικά παραδίνεται απροκάλυπτα, στους σκοπούς και το περιεχόμενό της, στις ανάγκες της αγοράς και των επιχειρήσεων».
Απαιτούμε από την κυβέρνηση αυτή, προσωρινή ή «ειδικού σκοπού», όπως λένε τα κόμματα που τη στηρίζουν, και την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να μην προχωρήσουν σε καμιά από τις παραπάνω νομοθετικές πρωτοβουλίες για τα εκπαιδευτικά θέματα που θα υπονομεύσει το μέλλον της δημόσιας εκπαίδευσης για πολλά χρόνια. Πολύ περισσότερο, βέβαια, που οι προωθούμενες αλλαγές είναι σε αντιεκπαιδευτική κατεύθυνση.
Εκτός από τα παραπάνω ζητούμε από τη νέα ηγεσία του υπ. Παιδείας:
1. να σταματήσει άμεσα κάθε διαδικασία συγχωνεύσεων – καταργήσεων σχολείων και κατάργησης υποστηρικτικών δομών,
2. να σταματήσει / παγώσει κάθε διαδικασία αξιολόγησης εκπαιδευτικών και κατηγοριοποίησης σχολείων,
3. να καταργηθεί ο ν. 4024/11 για το νέο μισθολόγιο – βαθμολόγιο στο Δημόσιο, που εξαθλιώνει οικονομικά τους εκπαιδευτικούς και συνδέει τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη με την απόδοση και την αξιολόγηση˙ σε κάθε περίπτωση, να επανέλθει η ακώλυτη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών,
4. να μην προωθηθεί καμιά δυσμενής αλλαγή στο εργασιακό καθεστώς των εκπαιδευτικών,
5. άμεση επίλυση των σοβαρών ζητημάτων των αναπληρωτών (αναγνώριση χρόνων υπηρεσίας, έγκαιρη πληρωμή, αναγνώριση προϋπηρεσίας και μετά το 2010 για τους πίνακες),
6. επαρκείς διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών, ώστε να καλύπτονται όλα τα κενά,
7. αναδιανομή των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, ώστε να διατίθενται για τις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης και την επαρκή επιστημονική στήριξη των εκπαιδευτικών και όχι να σπαταλώνται σε άσκοπες δράσεις, απλές ενημερώσεις αντί ουσιαστικής επιμόρφωσης, αμοιβές συμβούλων και «παρασυμβούλων», διαφημίσεις και πρόχειρες δημοσκοπήσεις,
8. άμεση πληρωμή όλων των οφειλόμενων αμοιβών,
9. επίλυση όλων των προβλημάτων που συνδέονται με την ομαλή διεξαγωγή των πανελλαδικών εξετάσεων (προμήθεια τετραδίων εξετάσεων, αμοιβές εκπαιδευτικών κ.λπ.),
10. άμεση επίλυση του σοβαρού προβλήματος των μετακινήσεων των μαθητών.
Κύριε Υπουργέ,
Όπως ασφαλώς αντιλαμβάνεστε, τίποτε δεν μπορεί να βελτιωθεί στη δημόσια εκπαίδευση, αν οι δαπάνες για την παιδεία παραμείνουν στο σημερινό επίπεδο ή, ακόμα χειρότερα, μειωθούν περισσότερο, όπως προβλέπεται. Η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση ανάμεσα στη χώρες της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ. Με τον προϋπολογισμό του 2012 οι δαπάνες για την παιδεία μειώθηκαν ακόμα περισσότερο και από τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος που ψηφίστηκε τον Ιούνιο! (16% μείωση δαπανών από το 2009 ή 1.184 εκ. €). Με το 2ο μνημόνιο και τους εφαρμοστικούς νόμους που το συνοδεύουν μειώθηκε ακόμα περισσότερο η χρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης. Έτσι, μετά τα μνημόνια και τα μέτρα που τα συνοδεύουν, οι δαπάνες για την παιδεία βρίσκονται στο δραματικά χαμηλότερο επίπεδο μετά τη μεταπολίτευση. Το δημόσιο σχολείο και πανεπιστήμιο, τα οποία θα έπρεπε σε περίοδο κρίσης όχι μόνο να στηρίζονταν αλλά και να ενισχύονταν ουσιαστικά και πολύπλευρα, ως ένας από τους δυναμικούς παράγοντες που θα μας έβγαζαν από την κρίση και θα έθεταν τα θεμέλια του μέλλοντος για μια καλύτερη Ελλάδα, πλήττονται ανελέητα και οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί δυσφημούνται, χλευάζονται και «φτωχοποιούνται».
Πεποίθηση του εκπαιδευτικού κόσμου της χώρας είναι ότι, για να σταματήσει αυτή η κατάσταση, που μόνο δεινά φέρνει στο λαό μας, θα πρέπει να ανατραπεί άμεσα αυτή πολιτική.