Επίκαιρη ερώτηση του Τάσου Κουράκη



Τάσος Κουράκης: η  Κυβέρνηση προσβάλλει βάναυσα το τεκμήριο αθωότητας των δημοσίων υπαλλήλων και την αρχή της αναλογικότητας

Kατά τη διάρκεια της συζήτησης της επίκαιρης ερώτησης του Τάσου Κουράκη στη Βουλή, σχετικά με την τροποποίηση του νόμου 4093/12, ώστε να μην τίθενται αυτοδικαίως σε αργία οι υπάλληλοι και οι καθηγητές που απλώς παραπέμφθηκαν αμετακλήτως ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου για πλημμελήματα, ο Υπουργός Μεταρρύθμισης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Αντώνης Μανιτάκης, δεν προσπάθησε να καλύψει τις αυταρχικές διαθέσεις της κυβέρνησης για τους δημοσίους υπαλλήλους.
Ο Τάσος Κουράκης, βουλευτής και συντονιστής της Επιτροπής  Ελέγχου του Κυβερνητικού Έργου Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ, επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι όσο και ειδικότερα οι εκπαιδευτικοί, της χώρας υφίστανται άλλο ένα πλήγμα, από την εφαρμογή των διατάξεων της υποπαρ. Ζ3 του ν. 4093/12. Με τις ρυθμίσεις αυτές, όπως τροποποιήθηκαν με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 9/11/12, τίθενται αυτοδικαίως σε αργία οι υπάλληλοι και οι καθηγητές που απλώς παραπέμφθηκαν αμετακλήτως ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου για ορισμένα πλημμελήματα, δηλαδή ακόμη και όταν η πράξη τους διαθέτει μικρή ποινική απαξία.
Η ρύθμιση προσβάλλει ευθέως την αρχή της αναλογικότητας και το τεκμήριο της αθωότητας (άρθρα 2 παρ. 1 Συντ. και 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ), καθώς χωρίς να μεσολαβήσει δικαστική κρίση ή κρίση υπηρεσιακού συμβουλίου, με μόνη την απόφαση του Εισαγγελέα, ενός οργάνου μονοπρόσωπου, που αποφασίζει με βάση απλές ενδείξεις οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί απομακρύνονται από την θέση τους και υφίστανται ένα βαρύτατο πλήγμα στην προσωπική και υπαλληλική τους ζωή. Μια «κρυπτοποινή» που επιφέρει συχνά συνέπειες πολύ πιο στιγματιστικές από την ποινική καταδίκη, επιβάλλεται χωρίς καμιά εγγύηση και σε αντίθεση με όσα επιβάλλουν θεμελιώδεις αρχές και με όσα έκρινε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (υποθέσεις Engel της 8.6.1976 και Campel et Fell της 28.6.1984). Ο βουλευτής ανέφερε ως χαρακτηριστική την  περίπτωση του αντιπρύτανη του ΑΠΘ κ. Ι. Παντή, ο οποίος απειλείται με την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, επειδή του ασκήθηκε αμετακλήτως ποινική δίωξη για απιστία στην υπηρεσία, επειδή υπάλληλος που απολύθηκε με δικές του ενέργειες για παράνομες δοσοληψίες, τον κατηγόρησε ότι έδωσε εντολή να δωρηθεί ένα iphone αξίας 600 ευρώ σε γνωστή ηθοποιό.
Ο  Υπουργός, που ήδη στις 21/3/2013 είχε λανθασμένα δηλώσει στη Βουλή ότι μια τέτοια μεταχείριση επιφυλάσσεται μόνον σε όσους κατηγορούνται για κακουργήματα, τελικά χθες απάντησε στον Τ. Κουράκη ότι οι διατάξεις αυτές που όντως αφορούν και σε πειθαρχικά παραπτώματα και σε πλημμελήματα, εξασφαλίζουν το κοινωνικό συμφέρον (!) χωρίς να πλήττουν τον τιθέμενο σε αργία υπάλληλο, δεδομένου ότι η αργία παύει μετά την ενδεχόμενη αθώωση του από το φυσικό του δικαστή. Στην επισήμανση του Τ. Κουράκη ότι ο φυσικός δικαστής αποφασίζει πολλές φορές σε 6 ή 7 χρόνια, διάρκεια κατά την οποία έχει εξοντωθεί ηθικά, οικονομικά και επαγγελματικά ο διωχθείς υπάλληλος, ο Υπουργός απλά επεσήμανε ότι αυτή η καθυστέρηση δεν είναι ευθύνη του Υπουργείου του!

   ΄΄Οι ρυθμίσεις σας αυτές έχουν ως στόχο το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων, μεγάλο αριθμό απ΄τους οποίους προσπαθείτε να οδηγήσετε στην απόλυση, για να ικανοποιήσετε τις δεσμεύσεις σας απέναντι στην τρόικα΄΄ επεσήμανε ο Τ. Κουράκης.  

    Τέλος, στη δήλωση του κ. Υπουργού πως ο θεσμός της αυτοδίκαιης αργίας, όχι μόνο για τα κακουργήματα, αλλά και για τα πλημμελήματα, ισχύει από το 1951 στο πλαίσιο του υπαλληλικού κώδικα, ενώ το μόνο που αυτός προσέθεσε ήταν το πλημμέλημα της απιστίας περί την υπηρεσία, επισημαίνεται πως από το 1977 σε αυτοδίκαιη αργία ετίθεντο μόνον όσοι βρίσκονταν στην φυλακή ή είχαν παυθεί από το αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις η
θέση σε αργία απαιτούσε κρίση υπηρεσιακού συμβουλίου, δηλαδή συλλογικού
οργάνου που έχει πλήρη γνώση του φακέλου.

   Είναι λοιπόν προφανές πως η βούληση του κ. Υπουργού να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της Τρόικας για απολύσεις στο Δημόσιο του επιτρέπει να έχει επιλεκτική μνήμη και επιλεκτικές αναφορές, ειδικά στα όσα νομοθετήθηκαν στα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια. Η αλήθεια είναι πως με τις ρυθμίσεις του ν. 4093/2012, επέρχεται μια τομή στο πειθαρχικό δίκαιο των υπαλλήλων που δεν εξουθενώνει απλώς τα δικαιώματα των τελευταίων, αλλά ανατρέπει την φιλοσοφία του συστήματος οργάνωσης των δημόσιων υπηρεσιών. Μέχρι πρόσφατα, το πειθαρχικό δίκαιο απέβλεπε στην διασφάλιση  της ομαλής λειτουργίας της υπηρεσίας και στην προαγωγή του δημοσίου συμφέροντος, ακόμη και αν αυτό απαιτούσε την λήψη επαχθών μέτρων εις βάρος κάποιων δημόσιων υπαλλήλων ή λειτουργών. Με τις συζητούμενες τροποποιήσεις, το δημόσιον συμφέρον αγνοείται, παύει να αποτελεί παράμετρο της διαδικασίας για την θέση σε αργία, ενώ φοβικές συνθήκες περιβάλλουν την άσκηση των καθηκόντων όλων των υπαλλήλων του Δημοσίου. Με τον ν. 4093/12 οποιαδήποτε προσπάθεια κάθαρσης στις δημόσιες υπηρεσίες υπονομεύεται, καθώς όσοι θα προσπαθήσουν να ασκήσουν έλεγχο, βρίσκονται έκθετοι στον κίνδυνο της αυτόματης απομάκρυνσής τους, με βάση την εκδικητική καταγγελία των ελεγχόμενων ακόμη και για ασήμαντες παραβάσεις. Εύλογη είναι λοιπόν η απορία, μήπως η πραγματική στόχευση του νομοθετήματος δεν είναι η αναγκαία τιμωρία των ενόχων, αλλά η εκπλήρωση των μνημονιακών υποχρεώσεων για συρρίκνωση του δημόσιου τομέα.