ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΑΛΛΗΣ ΑΡΧΗΣ
EΞΩΔΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ - ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ
της Ομοσπονδίας με την επωνυμία : «Ομοσπονδία
Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (Ο.Λ.Μ.Ε.)» που εδρεύει στην Αθήνα, Ερμού &
Κορνάρου 2
ΠΡΟΣ:
Τον Υπουργό Παιδείας κ. Λοβέρδο Ανδρέα,
Λεωφ. Ανδρ. Παπανδρέου 37, Μαρούσι
********
Η Γενική Συνέλευση των Προέδρων των ΕΛΜΕ της χώρας (σύμφωνα με
το καταστατικό κεφ. Ε, άρθρα 32, 34, 35, 37) στις 27-09-2014, αποφάσισε, την
προκήρυξη Απεργίας –Αποχής, από όλες τις διαδικασίες υλοποίησης της ατομικής
αξιολόγησης (ΠΔ 152/13) των εκπαιδευτικών, αλλά και της αυτοαξιολόγησης – αξιολόγησης
της σχολικής μονάδας και κάθε διαδικασία αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου
που πραγματοποιείται σε υλοποίηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου (ν.
4024/11, ν. 4142/13, ΠΔ 152/13, ν. 3848/10, ν. 3679/10). Με την ίδια απόφαση η
ΓΣ καλεί όλους τους εκπαιδευτικούς, τους Διευθυντές σχολείων και τους
Σχολικούς Συμβούλους να μη συμμετάσχουν σε καμιά διαδικασία με την
οποία υλοποιείται το παραπάνω νομοθετικό πλαίσιο για την Αξιολόγηση και
εξουσιοδότησε το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης
Εκπαίδευσης για την ημερομηνία έναρξης αυτής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο με βάση την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης και
έχοντας υπόψη:
1. Ότι το Προεδρικό Διάταγμα 152/13 για την «Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών», ο
ν.4142/13 για την «Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας στην Εκπαίδευση»
(Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.), τον ν. 4024/11, τον ν. 3848/10, τον ν. 3679/10, το νέο
πειθαρχικό δίκαιο και η έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελληνική εκπαίδευση (2011) στην
οποία βασίζονται συνιστούν ένα πλαίσιο με το οποίο συνδέεται απόλυτα η
αξιολόγηση των εκπαιδευτικών με τη μισθολογική και βαθμολογική τους εξέλιξη
αλλά και με τις απολύσεις εκπαιδευτικών.
Είναι εμφανές πως η κυβέρνηση και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου
Παιδείας, προωθώντας αυτή την πολιτική, έχουν κηρύξει τον πόλεμο στους
εκπαιδευτικούς.
Μαζί με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών υλοποιείται και η αυτοαξιολόγηση
των σχολείων, που οδηγεί στην κατηγοριοποίηση και την υποβάθμισή τους και
τελικά στο κλείσιμο αρκετών από αυτά. Η λεγόμενη αυτοαξιολόγηση συνδέεται με
την εξωτερική αξιολόγησή τους και την ατομική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση ΟΟΣΑ (σελ. 67), «η αυτοαξιολόγηση πρέπει να οργανωθεί,
με τρόπο ώστε να είναι συγκρίσιμη μεταξύ σχολικών μονάδων για να μπορεί να
επικυρώνεται και να συμπληρώνεται από εξωτερική αξιολόγηση». Το σχέδιο της
αξιολόγησης συνδέεται άμεσα με το νέο σχολείο του ανταγωνισμού, της φτηνής
κατάρτισης, της αποσπασματικής και επιφανειακής γνώσης, που θέλουν να
δημιουργήσουν.
Εάν υιοθετηθεί η πιο ακραία μορφή - ισοπεδωτικού χαρακτήρα -
«αξιολόγηση» της σχολικής μονάδας, η οποία θα συνδέεται με τις εξεταστικές
επιδόσεις των μαθητών, θα οδηγήσει στο διαχωρισμό των σχολείων σε κατηγορίες,
θα οξύνει τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, δηλητηριάζοντας εκπαιδευτικές και
κοινωνικές σχέσεις, διαφοροποιώντας τους τρόπους χρηματοδότησης, βάζοντας τους
χορηγούς «από το παράθυρο» και τους γονείς να στηρίζουν οικονομικά τη
λειτουργία των σχολείων, οδηγώντας πολλά σχολεία στο μαρασμό και τελικά στο
κλείσιμο. Η έκθεση του ΟΟΣΑ προτείνει (σελ. 63 παρ. 113) “να σχεδιαστεί στην
Ελλάδα ένα εθνικό σύστημα αξιολόγησης μαθητή, κατάλληλο να χρησιμοποιηθεί σε
πολλά επίπεδα: σε επίπεδο μαθητή, τάξης, σχολικής μονάδας, περιφέρειας και
συστήματος. …. Μέρος της στρατηγικής αυτής μπορεί να περιλαμβάνει ανάπτυξη
ευρείας κλίμακας τυποποιημένων τεστ….”. Επαλήθευση όλων αυτών είχαμε με τον
σχεδιασμό και την εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων στο Λύκειο.
2. Ότι βασική, επίσης, στόχευση της προωθούμενης αξιολόγησης είναι η
απόκρυψη-συσκότιση των ευθυνών της πολιτείας για τη κατάσταση της Δημόσιας
Εκπαίδευσης και η μεταφορά των ευθυνών για τα προβλήματα, τα κενά, και τις
στρεβλώσεις του σχολείου στις πλάτες των εκπαιδευτικών.
Όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του νομοσχεδίου του Υπουργείου Παιδείας για
την «Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας στην Εκπαίδευση» (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.),
αλλά και στην έκθεση του ΟΟΣΑ (σελ. 66 – παρ. 126/127), οι επιδόσεις των
μαθητών θα συνυπολογίζονται για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αλλά και για
την παραμονή τους στο σχολείο! «Οι αξιολογήσεις να έχουν ουσιώδεις συνέπειες
για τους αξιολογούμενους, καθώς είναι ο μόνος τρόπος να διασφαλιστεί ότι
αντιμετωπίζονται με σοβαρότητα», αναφέρει ο ΟΟΣΑ. Και συνεχίζει: «Η αξιολόγηση
της επίδοσης των εκπαιδευτικών μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να
καθοριστεί η εξέλιξη της σταδιοδρομίας, να ανταμειφθεί η καλή επίδοση ή να
επιβληθούν κυρώσεις για εκπαιδευτικούς με χαμηλές επιδόσεις. Κατ' αυτόν τον
τρόπο, βοηθά επίσης τα σχολεία να κρατούν τους ικανούς εκπαιδευτικούς και
καθιστά τη διδασκαλία ελκυστική επιλογή σταδιοδρομίας».
Είναι προφανές ότι, παρά το γεγονός πως όλοι όσοι ασχολούνται με την
εκπαίδευση γνωρίζουν πολύ καλά τις κοινωνικές παραμέτρους που καθορίζουν σε
μεγάλο βαθμό τη σχολική επίδοση, η πολιτική αυτή στοχεύει ξεκάθαρα, μέσα από
την καθιέρωση της αξιολόγησης, στην απόλυτη χειραγώγηση των εκπαιδευτικών. Και
με αυτό τον τρόπο η προωθούμενη αξιολόγηση του εκπαιδευτικού θα πλήξει την ίδια
την ουσία του εκπαιδευτικού λειτουργήματος, χειραγωγώντας τη συνείδησή του και υπονομεύοντας
την παιδαγωγική ελευθερία και ανεξαρτησία του, που είναι βασικές προϋποθέσεις
της ύπαρξης και λειτουργίας του Δημόσιου Σχολείου.
3. Ότι μια σημαντική επίπτωση της υλοποίησης των σχεδίων του Υπουργείου για
την αξιολόγηση θα είναι η διάλυση των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών.
Ουσιαστικά οδηγούμαστε σε ατομικές συμβάσεις εργασίας.
Η αξιολόγηση έχει ήδη ουσιαστικά προκαθοριστεί, αφού υπάρχουν συγκεκριμένα
ποσοστά εκπαιδευτικών που θα προάγονται από βαθμό σε βαθμό ανεξάρτητα από τον
αριθμό των εκπαιδευτικών που θα αξιολογούνται «θετικά». Για παράδειγμα το
70% (το ανώτερο) των εκπαιδευτικών θα προάγεται από το Γ΄ στον Β΄ βαθμό και το
30% (το ανώτερο) από το Β΄ στον Α΄ βαθμό. Είναι προφανές ότι με τις
βαθμολογικές καθηλώσεις τελικά, μέχρι το 50% του συνόλου των εκπαιδευτικών
είναι δυνατόν να φτάσει στον Β΄ βαθμό και μόλις μέχρι το 15% στον Α΄ βαθμό!
Επίσης στο άρθρο 7, παρ. 7 του ν. 4024/11 όχι μόνο προβλέπονται
συγκεκριμένα ποσοστά αυτών που θα προάγονται, αλλά αυτά κάθε 2 χρόνια
μπορεί και να μειώνονται με υπουργική απόφαση, «ανάλογα με τις δημοσιονομικές
δυνατότητες». Με το ν.4263/14 (Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής)
έχει παγώσει μέχρι το 2016 κάθε βαθμολογική εξέλιξη. Είναι προφανές,
λοιπόν, ότι η αξιολόγηση γίνεται με καθαρά δημοσιονομικά κριτήρια και στόχο
έχει τη μισθολογική καθήλωση όσο το δυνατόν περισσότερων εκπαιδευτικών.
Εξωφρενική είναι, επίσης, και η παρ. 6 του άρθ. 8 του ν.4024/11, που
προβλέπει ότι ο εκπαιδευτικούς που κρίνεται αρνητικά «τιμωρείται» και δεν έχει
δικαίωμα να διεκδικήσει την προαγωγή του τα επόμενα δύο χρόνια. Επίσης, ο
εκπαιδευτικός «ο οποίος εγγράφεται σε δύο διαδοχικούς πίνακες μη προακτέων στον
ίδιο βαθμό, παραπέμπεται ….. στο υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο ….. μπορεί να
τον απολύσει ή να τον υποβιβάσει κατά έναν βαθμό» (άρθ. 95 του ν. 3528/2007).
Το Δ.Σ. της Ο.Λ.Μ.Ε. με βάση τα παραπάνω εκτιμά ότι:
1. Η ουσιαστική στόχευση, του Π.Δ. και του νομοθετικού πλαισίου της
αξιολόγησης είναι ο έλεγχος και η τιμωρία των εκπαιδευτικών. Άλλωστε,
ούτε για τα προσχήματα το σχέδιο Π.Δ. δεν προβλέπει κάτι για τη βελτίωση των
εκπαιδευτικών. Η επιμόρφωση είναι εξαφανισμένη γιατί κοστίζει, αλλά και δεν
ενδιαφέρει το Υπουργείο. Εξάλλου, στο προοίμιο του σχεδίου Π.Δ. αναφέρεται πως
«από την εφαρμογή του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη»…
2. Το πλαίσιο της αξιολόγησης που επιδιώκεται να επιβληθεί με το
σχέδιο Π.Δ. ορίζει τον διευθυντή σχολείου και τον σχολικό σύμβουλο ως κριτές
που με τις εκθέσεις τους θα καθορίζουν τις τύχες και την εξέλιξη των
εκπαιδευτικών. Δίνοντας τέτοιες εξουσίες σε μονοπρόσωπα όργανα διοίκησης
δημιουργούν τους όρους της από τα πάνω επιβολής, με αυθαίρετο και υποκειμενικό
τρόπο, των εκπαιδευτικών επιλογών τους.
3. Υπονομεύεται ο επιστημονικός ρόλος των σχολικών συμβούλων και
επιδιώκεται αυτοί να μετατραπούν σε μηχανισμό ιδεολογικής επιβολής της
κυρίαρχης εκπαιδευτικής άποψης και κριτή απολύσεων και μισθολογικής καθήλωσης
των εκπαιδευτικών.
4. Υπονομεύεται η δυνατότητα δημοκρατικής λειτουργίας στο
σχολείο από τον Σύλλογο Εκπαιδευτικών, αφού θα επικυρώνει απλώς τις αποφάσεις
των Διευθυντών.
5. Δημιουργείται μια κάθετη ιεραρχική δομή που καλλιεργεί κλίμα φόβου
και ανταγωνισμού στο σχολείο και θρυμματίζει τις όποιες ελάχιστες περιπτώσεις
συνεργατικής κουλτούρας υπάρχουν, εδραιώνοντας ταυτόχρονα έναν αυξανόμενο
διαχειριστικό έλεγχο των σχολείων και των εκπαιδευτικών και μια απίστευτη
γραφειοκρατία
6. Μέσα από τις διατάξεις του Π.Δ. με απίστευτη ευκολία
ποσοτικοποιούνται, αυθαίρετα και αντιεπιστημονικά, ποιοτικά μεγέθη όπως οι
διαπροσωπικές σχέσεις και προσδοκίες, το παιδαγωγικό κλίμα στη σχολική
τάξη, η οργάνωση της σχολικής τάξης κ.ά. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ελλοχεύει
σε μεγάλο βαθμό η υποκειμενικότητα του αξιολογητή, ανοίγοντας και αυτό ακόμα το
ενδεχόμενο ενός οργίου αυθαιρεσιών από τη μεριά του αξιολογητή μη αποδείξιμων
πρακτικά από τον αξιολογούμενο.
7. Η απόρριψη των σχεδίων του Υπουργείου Παιδείας για τη αξιολόγηση
δεν είναι ένα συντεχνιακό αίτημα που αφορά μόνο τους εκπαιδευτικούς. Αφορά
ολόκληρη την εκπαιδευτική κοινότητα, ολόκληρη την κοινωνία. Ισχυρίζεται η
ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας πως η αξιολόγηση θα βελτιώσει το εκπαιδευτικό
μας σύστημα. Είναι όμως πλέον ορατό σε όλους πως αυτή η πολιτική όχι μόνο δεν
οδηγεί στη βελτίωση του δημόσιου σχολείου αλλά, αντίθετα, έχει τραγικές
συνέπειες: συνεχή μείωση των δαπανών για την εκπαίδευση, συγχωνεύσεις /
καταργήσεις σχολείων και υποστηρικτικών εκπαιδευτικών δομών, κατάργηση
βιβλιοθηκών, κατάργηση ενισχυτικής διδασκαλίας και Πρόσθετης Διδακτικής
Στήριξης, μεγάλη μείωση του αριθμού των εκπαιδευτικών, ελάχιστες προσλήψεις
αναπληρωτών, εκατοντάδες κενά στα σχολεία ακόμα και μέχρι τη λήξη του
διδακτικού έτους κ.λπ.
Τα αιτήματα της απεργίας- αποχής σύμφωνα με την ίδια απόφαση της ΓΣ των προέδρων είναι:
-να παγώσουν άμεσα όλες οι διαδικασίες για
την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων,
-ακώλυτη μισθολογική και βαθμολογική
εξέλιξη
-κατάργηση του ν.4024/11, που τις συνδέει
με την αξιολόγηση,
-κατάργηση του νομοθετικού πλαισίου για
την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και σχολείων.
Η απεργία – αποχή θα εκκινήσει την Παρασκευή,
10/10/2014, δηλ. 4 (τέσσερις) πλήρεις ημέρες μετά την κοινοποίηση του εξωδίκου δηλώσεως της ΟΛΜΕ στα αρμόδια Υπουργεία, με την οποία
γνωστοποιείται το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής και τα αιτήματα της ΟΛΜΕ, ενώ
σε περίπτωση μη ικανοποίησης αυτών θα συνεχιστεί μέχρι τη λήξη όλων
των διαδικασιών υλοποίησης της ατομικής αξιολόγησης (ΠΔ 152/13) των
εκπαιδευτικών, αλλά και της αυτοαξιολόγησης – αξιολόγησης της σχολικής μονάδας
και κάθε διαδικασία αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου που πραγματοποιείται σε
υλοποίηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου (ν. 4024/11, ν. 4142/13, ΠΔ 152/13,
ν. 3848/10, ν. 3679/10).
Με την ίδια ως άνω απόφαση εξουσιοδοτήθηκε
το Διοικητικό Συμβούλιο να προβεί σε κάθε αναγκαία διαδικαστική ενέργεια για
την υλοποίηση της ως άνω αποφάσεως.
Αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής επιδοτεί
νομίμως την παρούσα προς ους αύτη απευθύνεται προς γνώσιν τους και δια τας
νομίμους συνεπείας, αντιγράφων.
Ο Πρόεδδρος
Θ. Κοτσιφάκης
Ο Γ. Γραμματέας
Γ. Δεμερδεσλής